ῥειτά

ῥειτά
ῥειτά, τά, name of sacred
A streams at Eleusis, S.Fr.1089; also [full] ῥειτοί, οἱ, Paus.1.38.1, Hsch.; sg. in SIG86.5 (Eleusis, V B.C.); ῥῖτοι Hdn.Gr.2.577, wrongly, as shown by the spelling Ῥετόν SIG l.c.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • ρειτά — τὰ, Α οι Ῥειτοί* …   Dictionary of Greek

  • Ρειτοί — Η σημερινή λίμνη του Κουμουνδούρου, μετά το Δαφνί, προς την Ελευσίνα. Από τη λιμνοθάλασσα αυτή άρχιζε το Ράριον πεδίον. Διακρίνονταν δύο λίμνες με το ίδιο όνομα: εκείνη που βρισκόταν προς την Ελευσίνα ήταν αφιερωμένη στη Δήμητρα, και εκείνη που… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”